- ῥέπειν
- ῥέπωturn the scalepres inf act (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πρηνής — ές, ΝΜΑ, και πρανής, Α (κυρίως για πρόσ. και σχετικά με στάση σώματος) αυτός που βρίσκεται με το πρόσωπο προς το έδαφος, προς τα κάτω, ο ξαπλωμένος ή πεσμένος μπρούμυτα (α. «οι στρατιώτες πυροβολούν πρηνείς» β. «πρηνὴς δ ἐν κονίησι χαμαὶ πέσεν… … Dictionary of Greek
PARIETIBUS vivis homines includendi mos — inter Veter. supplicia, memoratur Iul. Capitolino. Ita enim is de Opilio Macrino, c. 12. Urvos etiam homines parietibus inclusit, ac struxit. Quod unicô verbô Graeci exprimunt, quod est ἐγκατοικοδομεῖν, horumque imitatione Germani, einmauren;… … Hofmann J. Lexicon universale
κατάρροπος — κατάρροπος, ον (AM) κατηφορικός, επικλινής αρχ. 1. αυτός που έχει κλίση προς τα κάτω («ἐπὶ τὸ κατάρροπον ῥέπειν», Ιπποκρ.) 2. κρεμασμένος 3. αυτός που έχει τάση να υποχωρήσει («κατάρροπος νοῡσος», Ιπποκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + ρροπος (<… … Dictionary of Greek